Όταν, πριν σχεδόν 20 χρόνια, το “ξέφρενο αερόστατο” ξεπερνούσε σιγά σιγά το στάδιο των χέρι-με-χέρι αντεγραμμένων CD και μεταφερόταν στον μαγικό κόσμο του ίντερνετ, η ελευθερία του λόγου σε αυτό το σχετικά καινούριο μέσον ήταν σχεδόν αυτονόητη, και η παντοκρατορία των πολυεθνικών, που τότε ήταν ακόμα στην αρχή της, συζητιόταν μονάχα ως προβληματισμός των ιδιαίτερα διορατικών. Άλλωστε, μιλάμε για την εποχή που ακόμα και το .mp3 ήταν σχετικά καινούριο, streaming services δεν υπήρχαν, και για να κατεβάσεις ένα άλμπουμ, νόμιμα ή παράνομα, το έβαζες το πρωί και, αν ήσουν τυχερός και η σύνδεση δεν έπεφτε όλη μέρα, το άκουγες το βράδυ.
Πέρασαν τα χρόνια, και παράλληλα με την ραγδαία εξάπλωση και την, σε κάποιους τομείς, βελτίωση των διαδικτυακών υπηρεσιών, ήρθαν και οι πιέσεις των ισχυρών, κυβερνήσεων και εταιριών, για περισσότερο έλεγχο στο περιεχόμενό τους, που συνήθως όμως σκόνταφταν στις αντιδράσεις των χρηστών. Και χτες, σαν κεραυνός εν αιθρία, υπερψηφίστηκε στη μισοάδεια αίθουσα του ευρωκοινοβουλίου το επαίσχυντο άρθρο 13 (που τελικά μετατράπηκε σε 17). Νομίζω πως πολύ λίγοι έχουν πραγματικά συνειδητοποιήσει το πόσο καταστροφικό είναι για εμάς τους μικρούς, ανεξάρτητους, αυτοεκδιδόμενους δημιουργούς. Θα προσπαθήσω να το εξηγήσω, έστω και αποσπασματικά.
Για να είμαι ξεκάθαρος από την αρχή, κανείς δεν είναι αντίθετος με το να εισπράττουν οι δημιουργοί περισσότερα δικαιώματα από τη δουλειά τους από τους κολοσσούς του ίντερνετ, πράγμα που ισχυρίζονται οι μακριά νυχτωμένοι εμπνευστές της οδηγίας ότι θα επιτευχθεί. Όμως εδώ θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε και κάτι άλλο: το πολιτικοοικονομικό σύστημα έχει φροντίσει εδώ και καιρό, όταν αναφέρεται σε δημιουργούς, να τους ταυτίζει με τους γιγάντιους ομίλους που υποτίθεται πως τους εκπροσωπούν. Έτσι, μπορούν όταν μιλάνε για μουσικούς να εννοούν τις κατά τόπους ΑΕΠΙ και τις λίγες τεράστιες δισκογραφικές που έχουν απομείνει· όταν μιλάνε για συγγραφείς, τους εκδοτικούς κολοσσούς· όταν για δημοσιογράφους, τους μεγιστάνες των media, και ούτω καθ’εξής.
Αυτό το πονηρό newspeak έχει ένα διασκεδαστικό αλλά σίγουρα όχι ευχάριστο αποτέλεσμα: ότι τα δικαιώματα και οι διεκδικήσεις μου μπορούν ανά πάσα στιγμή να ταυτιστούν, ή μάλλον να συγχυστούν σκόπιμα, με τα δικαιώματα και τις διεκδικήσεις του δισεκατομμυριούχου Paul Mccartney για παράδειγμα, άσχετα με το αν εγώ μετράω τα ευρώ μήπως μπορέσω να τυπώσω επιτέλους τις “ωδές στον πρίγκιπα”, ενώ αυτός απλά προσδοκά, έχοντας ήδη στη διάθεσή του ένα ασύλληπτο σύστημα ελέγχου των δικαιωμάτων και των εισπράξεων του, που καμιά Ευρωπαϊκή Ένωση δεν χρειαζόταν να υποβοηθήσει, να βγάλει μερικά επιπλέον εκατομμύρια πριν αφήσει τον μάταιο τούτο κόσμο.
Οι διεκδικήσεις μου λοιπόν δεν ταυτίζονται απαραίτητα με αυτές των stars της μουσικής, όπως και οι διεκδικήσεις των ανεξάρτητων κινηματογραφιστών δεν ταυτίζονται απαραίτητα με τα όποια προβλήματα του Hollywood. Και, αν για τους δημοφιλείς η οδηγία είναι άλλος ένας χαριτωμένος τρόπος να βάλουν λίγα ακόμα λεφτά στο τσεπάκι, για μένα, και για εκατοντάδες χιλιάδες άλλους ανεξάρτητους, ή αν προτιμάτε underground δημιουργούς, είναι η οριστική ταφόπλακα.
Για να εξηγήσω το γιατί θα συμβεί αυτό, θα πρέπει να καταλάβετε τι είναι τα αυτοματοποιημένα content filters (φίλτρα περιεχομένου) που θα χρησιμοποιούνται και πως τα εκμεταλλεύονται εδώ και χρόνια οι πολυεθνικές. Και θα το κάνω περιγράφοντας την προσωπική μου εμπειρία με αυτά.
Πριν 6-7 χρόνια είχα ανεβάσει στο youtube ένα μικρό έργο βίντεο κολάζ που είχα φτιάξει για μια βιβλιοπαρουσίαση ενός φίλου. Τα βίντεο που χρησιμοποίησα για το κολάζ ήταν όλα ελεύθερα δικαιωμάτων, και ο ήχος, που φυσικά τον είχα φτιάξει εγώ, ήταν σύνθεση α) ενός ηχογραφημένου ρολογιού β) μερικών συχνοτήτων και γ) άσπρου θορύβου. Μετά από μερικές μέρες λαμβάνω ένα μέηλ από την youtube ότι το βίντεο μου έχει σημειωθεί ως κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας από κάποια καναδική ιδιωτική ΑΕΠΙ και ότι πρέπει ή να το κατεβάσω ή να τους αφήσω να προσθέσουν διαφημίσεις επάνω του. Η παραπομπή για το έργο που -υποτίθεται- είχα κλέψει με οδηγούσε σε ένα τραγούδι που δεν μπορούσα να ακούσω και μια μπάντα φάντασμα, χωρίς καμία άλλη διαδικτυακή παρουσία, που προφανώς η εταιρία είχε δημιουργήσει απλά για να στηρίζει αυτές τις ψευδείς δηλώσεις. Φυσικά, διαμαρτυρήθηκα στην youtube και συμπλήρωσα όλες τις σχετικές φόρμες που έλεγαν ότι το copyright μου ανήκει. Αποτέλεσμα; Μηδέν. Αρκούσε η Καναδέζικη πολυεθνική να “καταγγείλει” ότι οι δηλώσεις που υπέγραψα είναι ψευδείς, και η youtube μου απάντησε ότι μόνο δικαστικά θα μπορούσα να κινηθώ απο’δω και πέρα.
Ψάχνοντας λίγο ανακάλυψα ότι η συγκεκριμένη εταιρία έκανε τα ψεύτικα claims στοχευμένα, μαζικά και συστηματικά, χρησιμοποιώντας αμφιβόλου ποιότητας φίλτρα περιεχομένου, και ενωθήκαμε σε ένα φόρουμ μερικές δεκάδες θύματα για να δούμε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε. Πέρα από μια συλλογική επιστολή στην youtube, δεν καταφέραμε τίποτα. Τα δικαστικά έξοδα που υπολογίσαμε ήταν απλά απλησίαστα. Άλλωστε, κανείς από μας δεν ήταν Mccartney.
Η μόνη γραμμή άμυνας που είχα πλέον, για να μην ενδώσω στη λαιμαργία της πολυεθνικής, ήταν να σβήσω εξ ολοκλήρου το βίντεο (και, σε κίνηση διαμαρτυρίας, ολόκληρο το λογαριασμό στο youtube) και να μεταφερθώ σε άλλη πλατφόρμα. Η ευρωπαϊκή οδηγία συνθλίβει αυτή ακριβώς τη γραμμή άμυνας. Πλέον, όταν ένα φίλτρο τσακώσει κάτι που είναι, υποτίθεται, κλεμμένο, θα απαγορεύεται, προληπτικά μάλιστα, σε όλο το διαδίκτυο και για όλους τους πολίτες της ΕΕ, ακόμα και στο δικό μου σάιτ, ενώ αν ξαναπροσπαθήσω να το αναμεταδώσω θα κινδυνεύω με δικαστήριο ή και φυλακή.
Η οδηγία λοιπόν όχι απλά μας ωθεί, αλλά μας εξαναγκάζει να εκπροσωπηθούμε από κάποιον οργανισμό πνευματικής ιδιοκτησίας υπό τον φόβο της κλοπής και της εκμετάλλευσης του πνευματικού μας έργου από άλλους αντίστοιχους γύπες, και μάλιστα με μια διαδικασία “όποιος προλάβει και το εγγράψει πρώτος στα φίλτρα του ανήκει”. Τέρμα οι αυτοεκδόσεις και η αυτοδιαχείριση, τέρμα τα ποιηματάκια και τα κείμενα χωρίς να τα έχουμε πρώτα κατοχυρώσει. Όμως, ακόμα κι αν ρίξουμε νερό στο κρασί μας και δεχτούμε τον μεσάζοντα, είναι αμφίβολο αν θα καταφέρουμε τίποτα: φανταστείτε ότι ακόμα κι αν έχετε κατοχυρώσει τα δικαιώματα σας σε έναν μικρό οίκο ή δισκογραφική, είναι μάλλον αδύνατον αυτός να καταφέρει να τα υπερασπιστεί δικαστικά απέναντι σε κολοσσούς, αν αυτό χρειαστεί. Μόνη λύση, να συμβληθεί κι αυτός, αν το αντέχει οικονομικά βέβαια, με τις πολυεθνικές που υποτίθεται πως η οδηγία βάζει στο στόχαστρο. Ωθούμαστε σε ένα πλήρες μονοπώλιο των ισχυρών που πλέον, εκτός όλων των άλλων, θα πουλάνε και την αποκλειστικότητα της προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας στο διαδίκτυο.
Το άρθρο, σε συνδυασμό με το άρθρο νο.15 (πρώην 11) για τον φόρο συνδέσμων, περιλαμβάνει και πολλά άλλα δυστοπικά για όλες τις κατηγορίες ανεξάρτητων δημιουργών, από τους ερευνητές δημοσιογράφους μέχρι και τους reviewers, που μπορεί να οδηγήσουν σε πλήρη, κρατικά ή εταιρικά ελεγχόμενη, λογοκρισία στο διαδίκτυο. Δεν χρειάζεται να επεκταθώ και σε αυτά, μπορείτε αν θέλετε να διαβάσετε πολύ περισσότερες λεπτομέρειες εδώ.
Σε ότι με αφορά, δεν ξέρω αν και για πόσο θα τολμάω να διατηρώ τα πνευματικά μου έργα online ή θα αναγκαστώ να αυτολογοκριθώ πριν προλάβουν να με λογοκρίνουν (για την ακρίβεια, να μου τα κλέψουν) άλλοι. Θα δούμε.
Για την ώρα πάντως, λέω να σκεφτώ πως άλλη μια όμορφη, πονάει χέρι-κόβει χέρι μέρα ξημέρωσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση των λαών. Και, κοιτώντας τον ουρανό, να τραγουδήσω ένα αγαπημένο τραγούδι του φίλου μας του Πωλ: “You say you want a <removed in compliance with EU legislation>“
Υ.Γ. Και που να δείτε τι έχει να γίνει όταν η τρόικα (“θεσμοί”) ανακαλύψει ότι της έχω κλέψει τόσα χρόνια τους στίχους…